google.com, pub-4409140963597879, DIRECT, f08c47fec0942fa0 ΤΑ ΚΑΝΑΠΕΔΑΚΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΓΡΙΠΛΗ

ΤΑ ΚΑΝΑΠΕΔΑΚΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΓΡΙΠΛΗ

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, στην ιστορική γειτονιά του Κουκακίου, και από το 2000 αποφάσισα να επιστρέψω στη φύση. Επέλεξα την όμορφη Κυπαρισσία του νότου. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκα το 2007 με το ψευδώνυμο Φώτης Αδάμης. Έκτοτε, και με παραίνεση του αείμνηστου φίλου ποιητή Αργύρη Χιόνη, χρησιμοποιώ το όνομά μου. Τα Καναπεδάκια της ανεργίας είναι η τέταρτη συλλογή διηγημάτων μου. Προηγήθηκαν τα Μαθήματα κηπουρικής και άλλα διηγήματα (εκδ. Σοκόλη, 2007), οι Κρυφές ενοχές (εκδ. Αν. Σταμούλη, 2011), οι Δέκα μικρές εικονογραφημένες ιστορίες (εκδ. Ευθύνη, 2012) και η ποιητική συλλογή Στα τέταρτα του χρόνου (στο Α. Κοκονάκη – ∆. Μαγριπλής, Χρώµα και λόγος, εκδ. Αν. Σταµούλη, 2010).
Με την ιδιότητά μου ως διδάκτορα κοινωνιολογίας έχω εκδώσει αρκετές μελέτες (στον εκδοτικό οίκο του Αντ. Σταμούλη, στη Θεσσαλονίκη), όπως επίσης και πολλά άρθρα και δοκίμια, σε επιστημονικά και λογοτεχνικά περιοδικά. Έτσι ήρεμα θα κυλούσε και η συνέχεια, αν δεν ανατρέπονταν όλα. Από την εποχή της αφθονίας περάσαμε βίαια στην εποχή των μνημονίων και τότε γεννήθηκε η ανάγκη να κρατήσω ημερολόγιο, πιο πολύ για να λυτρώσω τη δική μου ανατροπή, αφού από γραφιάς έγινα χειρωνάκτης και τα κύρια εισοδήματά μου προσδιορίστηκαν πια από την ενασχόλησή μου με τη γη (ελαιοπαραγωγός).
Τα Καναπεδάκια της ανεργίας θα μπορούσαν να είναι επομένως κάτι ιδιωτικό (ως πρώτο βιβλίο μιας τριλογίας που θα ονόμαζα «Ημερολόγια μνημονίου»), μα δεν μου ανήκουν, γιατί είναι ο καθρέφτης όλων μας. Τουλάχιστον όλων αυτών που ένιωσαν την πτώση μετά την πτήση στα σύννεφα. Φυσικά στα όνειρα, ακόμη και όταν μετατρέπονται σε εφιάλτες, στο τέλος ξυπνάς. Το ξύπνημα είναι όμως επώδυνο. Τσιμπιέσαι, ρίχνεις νερό, μα η εικόνα δεν επανέρχεται. Το τοπίο είναι πρωτόγνωρο και οι συνθήκες απαιτούν δύναμη. Κάποτε σηκώνεις το κεφάλι ψηλά και στέκεσαι πάλι στα πόδια σου. Επαναστατείς. Έτσι γεννιέται η δημιουργία και ο χρόνος αρχίζει να κυλάει ξανά. Με άλλον ρυθμό, μα πάντα ιδιαίτερο, που διαπερνά αναμνήσεις, σκέψεις και υπογράφει το αποτέλεσμα. Τα καναπεδάκια της ανεργίας Δημήτρης Γ. Μαγριπλής Κριτική
Τα μικροδιηγήματα αυτής της συλλογής ξεκινούν από τον λήθαργο της ευδαιμονίας και αργά, όπως αργά λιώνει το κουφέτο, γλυκαίνουν την ένδοξη μνήμη μας, τόσο ώστε να μπερδεύει κανείς το αμύγδαλο με το βότσαλο που κρύβει η πραγματικότητα. Αυτός που επιμένει στη λήθη παίζει με τα δόντια του. Και δεν είναι οι εποχές μας εποχές για έξοδα. Αντιθέτως, είναι στιγμές για μεταλλάξεις, όπως αυτή που περιγράφω στη «Μετάλλαξη της γυναίκας μου» και συλλογικές συνειδητοποιήσεις, όπως στην «Αποικία». Πάει η «Χλίδα» και τα «Ταπ ταπ στο γυαλό», πρέπει να δούμε τη «Δική μας ευθύνη» ώστε να αποφύγουμε τον «Κάδο», «Παραμονές του πολέμου». Από τη «Χώρα της αφθονίας» μέχρι το «Antistathite» μεσολαβούν παραπάνω από δύο χρόνια, τα πρώτα και ίσως τα πιο επώδυνα της μνημονιακής ιστορίας μας. Πρόκειται για μια εκρίζωση που μεταμορφώνει τα πάντα και οδηγεί σε ένα τοπίο ξένο και πρωτόγνωρο για αισθήσεις και αισθήματα. Τα διηγήματα αυτής της συλλογής, επομένως, φωτογραφίζουν την πορεία στον χρόνο, άλλοτε βασισμένα στη φαντασία και άλλοτε σε βιωματικές καταγραφές. Συνήθως όμως φαντασία και βίωμα περιπλέκονται και τότε συμβαίνουν παράξενα πράγματα…
Τα καναπεδάκια δεν είναι πλέον βρώσιμα, αλλά, κι αν είναι, μας τρώνε αντί να τα τρώμε. Τι είναι πιο τρελό, η πένα του συγγραφέα ή η ίδια η νεοελληνική πραγματικότητα; Τι συμβαίνει όταν τα καναπεδάκια μάς τρώνε αντί να τα τρώμε; Σε ένα ιδιότυπο ταμπλό μαγικής αφήγησης και στεγνού ρεαλισμού, ο Δημήτρης Μαγριπλής καταγράφει σπαρταριστές, σουρεαλιστικές εικόνες και ιστορίες από την αστική και αγροτική Ελλάδα της υπερκατανάλωσης και της συνακόλουθης κρίσης. Οι ανίκητοι μηχανισμοί της ελληνικής γραφειοκρατίας, οι εκπρόσωποι της εκκλησίας και των λεγόμενων «κοινωνικών φορέων», ο επιχειρηματίας, ο αγρότης, ο συμβασιούχος, όλα τους συνθέτουν ένα γκροτέσκο ψηφιδωτό της χώρας, που σε μια δεύτερη ματιά δε φαίνεται και τόσο αποτραβηγμένο από την πραγματικότητα. Αποσπάσματα
Σε όλα αυτά, να σου και ένα απίστευτο. Ένα ζευγάρι άγριων φασιανών έπεσε στα μέρη μας. Πρωτοφανές! Ήρθαν να ξεχειμωνιάσουν στη γη των πεινασμένων. Πρόκληση. Η ψυχή όμως του Έλληνα: Κανείς δεν τα πείραξε, κι ας παθαίναμε σιελόρροια με τα νέα τους. Κάθε μέρα και κάποιος από εμάς τα έβλεπε. Πότε μέσα στον ελαιώνα, πότε πίσω από το κοτέτσι, πότε στο παλιό εξώσπιτο. Όποιος τα κοίταζε γύριζε αλλόκοτος. Μαγευόταν από τη θέα τους και έκανε αισιόδοξες σκέψεις. Σαν αλλοπαρμένος, λαλούσε παράλογα πράγματα. Για τη δόξα του έθνους, για το μεγαλείο των πολιτικών μας ανδρών, για τις χαμένες πατρίδες, για την υπεροχή της φυλής, για την οικονομική ανεξαρτησία. Αυτοί φαίνεται είχαν εκτεθεί αρκετά στη θέα των εξωτικών πουλιών. Μα και οι άλλοι, που φευγαλέα τα είχαν δει, μιλούσαν για ευημερία, για αποπληρωμές, για επενδύσεις, για ανάπτυξη. Τα καναπεδάκια της ανεργίας Δημήτρης Γ. Μαγριπλής

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη